https://www.domabooks.gr/web/image/product.template/1416/image_1920?unique=fb94167
    19,80 € 17,82 € 17.82 EUR
    18,68 €

    This combination does not exist.

    Αγορά
    ο συγγραφέας Μισέλ Φουκώ




    ο συγγραφέας Μισέλ Φουκώ





    ο συγγραφέας Μισέλ Φουκώ. Φωτογραφία του Martine Franck

    Η ελληνιστική «εποχή» του Φουκό

    Βασίλης Κάλφας | Εφημερίδα των Συντακτών


    Ο Φουκό ήταν ήδη πολυγράφος όσο ήταν στη ζωή. Και μετά θάνατον, όμως, η εμφάνιση νέων βιβλίων του συνεχίστηκε. Ετσι σήμερα σε μια πλήρη βιβλιογραφία του Φουκό οι τίτλοι που έχουν εκδοθεί μετά το 1984, τη χρονιά δηλαδή του θανάτου του, αποτελούν την πλειονότητα. 

    Η Παρρησία είναι ένα τέτοιο βιβλίο. Πρόκειται για τις απομαγνητοφωνημένες παραδόσεις του Φουκό σε σεμινάριο με τίτλο «Discourse and Truth» στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ το φθινόπωρο του 1983. Το βιβλίο εκδόθηκε πρώτα στα αγγλικά το 1985. Ακολούθησε η πληρέστερη γαλλική έκδοση το 2016 με τίτλο Discours et vérité précédé de la Parresia, που στηρίχθηκε και σε σημειώσεις του συγγραφέα, και είναι αυτή που μεταφράζεται θαυμάσια στα ελληνικά στη σειρά Τἀ οἰκεῖα των εκδόσεων Δώμα. 

    Υποθέτω ότι όταν ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος αντίκρισε για πρώτη φορά τα χαμένα χειρόγραφα του Αριστοτέλη, τρεις αιώνες μετά τον θάνατό του, δεν δίστασε καθόλου πριν αποφασίσει να τα εκδώσει, παρά το γεγονός ότι γνώριζε καλά ότι ο ίδιος ο Αριστοτέλης δεν τα προόριζε για έκδοση. Αν δεν το είχε κάνει, η πορεία του δυτικού πολιτισμού θα ήταν διαφορετική. 

    Δεν γνωρίζω αν και οι εκτελεστές της πνευματικής διαθήκης του Φουκό είχαν παρόμοιους προβληματισμούς, πριν αποφασίσουν να παραβούν την επιθυμία του ίδιου του Φουκό και να εκδώσουν όποια μαθήματα, διαλέξεις ή συνεντεύξεις βρέθηκαν στα κατάλοιπά του. 

    Κρίνοντας από την Παρρησία, ο μόνος λόγος που βλέπω για να εκδοθεί ένα τέτοιο βιβλίο είναι για να δώσει μια εικόνα του τρόπου διδασκαλίας του ύστερου Φουκό – αν και αυτό είναι αμφισβητήσιμο, καθώς ο Φουκό ήταν ήδη άρρωστος. Σίγουρα εντυπωσιακό είναι το ζωντανό και απαιτητικό του ακροατήριο, που (ίσως επειδή είναι αμερικανικό) δεν τον αντιμετωπίζει σαν γκουρού και του θέτει δύσκολες και ενδιαφέρουσες ερωτήσεις. 

    Κάθε μάθημα όμως είναι μια ανεπανάληπτη εμπειρία που στηρίζεται στην προφορικότητα, στην αλληλεπίδραση και στην επικοινωνία. Κάποιες φορές βγαίνει καλά και κάποιες άλλες όχι. Κάποιες φορές θα χαθεί ο ειρμός, κάποιες φορές θα στριμωχτεί ο διδάσκων ή θα ενοχληθεί από ερωτήσεις. Ολα αυτά, τα αυτονόητα, δεν έχει κανένα νόημα να μεταγράφονται σε μια έντυπη έκδοση. Και μάλιστα με τον «συγγραφέα» οριστικά απόντα. 

    Επί του περιεχομένου τώρα. Ας δηλώσω εξαρχής ότι εκτιμώ (και γνωρίζω καλύτερα) τον Φουκό των δύο τελευταίων βιβλίων του: του 2ου και του 3ου τόμου της Ιστορίας της Σεξουαλικότητας (Η χρήση των ηδονών, Η επιμέλεια εαυτού, 1984, στα ελληνικά από τις εκδ. Πλέθρον). Εκτιμώ περισσότερο τον ιστορικό των ιδεών από τον θεωρητικό Φουκό. 

    Ο ίδιος αρνείται βεβαίως ότι κάνει ιστορία των Ιδεών. Σε μια ωραία αποστροφή της Παρρησίας αποκαλεί την έρευνά του «ιστορία της σκέψης» και όχι «ιστορία των ιδεών». «Αυτό που προσπαθώ εγώ να κάνω μέσω της ιστορίας της σκέψης είναι να αναλύσω τον τρόπο με τον οποίο τα πράγματα, οι πρακτικές, οι συνήθειες, οι συμπεριφορές ανάγονται σε πρόβλημα για τους ανθρώπους που συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο... Η ιστορία της σκέψης οφείλει να είναι η ανάλυση του τρόπου με τον οποίο ένα πεδίο εμπειρίας και ένα σύνολο πρακτικών, οι οποίες παλαιότερα γίνονταν αποδεκτές απροβλημάτιστα, οι οποίες ήταν οικείες και παρέμεναν σιωπηρές, καθίστανται πρόβλημα [...] προκαλώντας έτσι κρίση σε συνήθειες, σε πρακτικές και σε θεσμούς» (σελ. 85-86). 

    Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Φουκό στράφηκε από την πρώιμη νεωτερικότητα προς την ελληνική αρχαιότητα (κυρίως την ελληνιστική και την ελληνορωμαϊκή), με την παροιμιώδη του εργατικότητα κάλυψε ταχύτατα ένα ευρύτατο πεδίο γνώσεων και κατάφερε να φωτίσει άγνωστες ή παραγνωρισμένες πλευρές της ηθικής πρακτικής των ανθρώπων της περίπλοκης αυτής εποχής. 

    Ανέδειξε την έννοια της «επιμέλειας εαυτού» και έδειξε ότι οι άνθρωποι από ένα χρονικό σημείο και μετά αντιλαμβάνονταν τη φιλοσοφική μύηση όχι ως θεωρητική γνώση αλλά ως σύνολο πρακτικών και ασκήσεων που αποσκοπούσαν στην ηθική βελτίωση του υποκειμένου και στην καλλιέργεια ενός νέου εαυτού. 

    Το ύστερο έργο του Φουκό, όπως και το αντίστοιχο του Pierre Hadot που προηγήθηκε στην ίδια πορεία και είναι αυτός που καθιέρωσε το όρο «πνευματική άσκηση», άνοιξαν ένα νέο πεδίο έρευνας στην ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, που πολλοί έκτοτε ακολούθησαν. 

    Οι διαλέξεις περί παρρησίας εντάσσονται σε αυτό το θεωρητικό πρόγραμμα. Η «παρρησία» είναι λέξη που εμφανίζεται σποραδικά στα αρχαία ελληνικά στο τέλος του 5ου αιώνα π.Χ. και αποκτά συχνότερη χρήση όσο προχωρούμε στην ύστερη αρχαιότητα. Σημαίνει ό,τι και σήμερα στα νέα ελληνικά (αν και η πρόσθεση ενός υπότιτλου στην ελληνική έκδοση δείχνει ότι οι εκδότες δεν ήταν και πολύ σίγουροι για την κατανόηση της λέξης): την εκφορά ενός λόγου που αποκαλύπτει αλήθειες και ενέχει κινδύνους, καθώς απευθύνεται σε ισχυρότερους (στον τύραννο, στον δήμο, στην εκκλησιαστική εξουσία). 

    Ο Φουκό θα διακρίνει τρεις πλευρές της αρχαίας παρρησίας, και αντιστοίχως τρεις φάσεις στην εξέλιξη της έννοιας. Την παρρησία απέναντι στους θεούς, με επίκεντρο τον Ιωνα του Ευριπίδη. Την παρρησία απέναντι στο δημοκρατικό ακροατήριο, με επίκεντρο τον Ορέστη του Ευριπίδη (ενώ θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί στην ίδια κατεύθυνση και τους ρήτορες της κλασικής εποχής ή τις δημηγορίες του Θουκυδίδη). Και, τέλος, την παρρησία προς τον εαυτό και τον προσωπικό τρόπο ζωής, τις απαρχές της οποίας ανιχνεύει στον Σωκράτη, όπως εμφανίζεται στον πλατωνικό Λάχη, και την απογείωσή της στα κείμενα των Στωικών. 

    Είναι εμφανές ότι το τρίτο είδος παρρησίας είναι αυτό που ενδιαφέρει πρωτίστως τον Φουκό. Αν η παρρησία προς εαυτόν οδηγεί σε ανατροπή της ζωής και της ηθικής συμπεριφοράς του υποκειμένου εντάσσεται ως τεχνική ή ως «άσκηση» στο γενικότερο πρόγραμμα της επιμέλειας εαυτού. 

    Το πρόβλημα ωστόσο με αυτό το είδος της παρρησίας είναι η απουσία του παράγοντα του κινδύνου. Οταν μιλώ ειλικρινά για τον εαυτό μου ή στον εαυτό μου, ποιος είναι ο ισχυρότερος που με ελέγχει και τι διακινδυνεύω; Γιατί να ονομάσουμε αυτήν την «άσκηση» παρρησία και όχι απλώς αυτογνωσία και αυτοέλεγχο; Η ανάπτυξη του κριτικού ήθους από τέτοιου είδους πρακτικές, την οποία επιζητεί και τονίζει ο Φουκό (σ. 191), έτσι κι αλλιώς υπάρχει. Ισως αν ο Φουκό έφτανε ώς τη χριστιανική εξομολόγηση, να επανεμφανιζόταν ο παράγοντας του κινδύνου, αλλά τότε θα μειωνόταν η διάσταση της ειλικρίνειας.

    Ετσι εξηγείται γιατί, μιλώντας για τον Σωκράτη, ο Φουκό προσπερνά το κατεξοχήν «παρρησιαστικό» σωκρατικό κείμενο, που είναι η Απολογία (εδώ δεν υπάρχει απλώς διακινδύνευση αλλά και θανατική καταδίκη), και μένει στον Λάχη. Η παρρησία του Σωκράτη στην Απολογία οδηγεί στην αυτογνωσία και στο «ἀβίωτον τοῦ ἀνεξέταστου βίου», ενώ στον Λάχη κάποιοι είναι πρόθυμοι να αλλάξουν τη ζωή τους συναναστρεφόμενοι τον Σωκράτη, χωρίς ωστόσο ούτε ο Σωκράτης ούτε αυτοί να διατρέχουν κανέναν κίνδυνο. 

    Η τόσο καλαίσθητη και τόσο καλομεταφρασμένη Παρρησία μπορεί να λειτουργήσει θετικά σε όσους αναγνώστες δεν είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν τον ελληνιστή Φουκό. Τους προτρέπω να διαβάσουν αμέσως μετά το εκπληκτικό Τι είναι η αρχαία φιλoσοφία; του Pierre Hadot (Ινδικτος 2002)

    Το άρθρο στην Εφημερίδα των Συντακτών