Η Διονυσία της καταγωγής μας
Νίκος Ξυδάκης | Η Εφημερίδα των Συντακτών
Κι άνοιξα το βιβλιάριο του Βρασίδα Καραλή, «Σφερδούκλια στο κεφάλι» (εκδ. Δώμα, σελ. 85). Είχα διαβάσει την έξοχη δική του «Ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου», είχα εκτιμήσει την καλειδοσκοπική του γραφή, ταυτόχρονα να μιλά για τις ταινίες, τη φόρμα τους, τις τεχνικές προϋποθέσεις, τους δημιουργούς, την κοινωνία, τους ιστορικούς μετασχηματισμούς.
«Τα ιστορήματα της Διονυσίας» είναι ο υπότιτλος του βιβλιαρίου. Ο πανεπιστημιακός φιλόλογος από το Σίδνεϊ γράφει όσα θυμάται να του λέει η αγράμματη γιαγιά του στην Ηλεία, τα χρόνια του ‘60 και ‘70.
Κάθε ιστόρημα, σχεδόν κάθε σελίδα, ξεχειλίζει μαγεία, χώμα, πρωτογενή συναισθήματα, κλάμα και γέλια, κάθε σελίδα ξεχειλίζει ζωή. Το διάβαζα αργά αργά και επαναλάμβανα παραγράφους και φράσεις, για να το απολαύσω και να μην τελειώσει.
Ο Καραλής ζωντανεύει μια μεγάλη χθόνια μορφή, τη Διονυσία, που συνομιλεί με τους κεκοιμημένους, με νεράιδες και μυθικούς ήρωες, με δαιμόνους και φεγγαροκρουσμένους, που υφαίνει μια διαρκή συνεκτική αφήγηση του κόσμου χωρίς γεωγραφικούς και ιστορικούς περιορισμούς, μέσα του συμφύρονται ο Κολοκοτρώνης, ο Αγαθάγγελος, ο Μεγαλέξανδρος, ο Βιλλεαρδουίνος και ο Ξενοφών.
Η Διονυσία βγαίνει από τη γενεαλογία των μορφών του Παπαδιαμάντη, των μαρτύρων της ζωής, της Ιστορίας ενός αιχμαλώτου του Στρατή Δούκα, των νομοτελειακά ανυπεράσπιστων του Δημήτρη Χατζή, των ταπεινών του Δημοσθένη Βουτυρά. Και είναι ένας άνθρωπος του εικοστού αιώνα, πάει να πει, μόλις μία-δύο γενιές πριν.
Να πώς: «Μόλις είχε πεθάνει η Ουμ Καλθούμ, και το κανάλι έπαιζε όλα της τα τραγούδια για μέρες από το πρωί ώς το άλλο πρωί. Δεν καταλαβαίνω τι ψέλνει, έλεγε η Διονυσία, αλλά μου σπάει την καρδιά και με ανατρανίζει. Εχει κι εκείνη διακαμό σύψυχο».